- Μπιτόλια ή Μοναστήρι
- (Bitolj). Πόλη (περ. 84.400 κάτ.) της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, πάνω σε παραπόταμο του Κρνα, στην ομώνυμη πεδιάδα. Βρίσκεται σε απόσταση 105 χλμ. από τα Σκόπια, με τα οποία συνδέεται με σιδηροδρομική γραμμή, όχι μακριά από τα ελληνικά σύνορα. Θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο, η Μ. διαθέτει σχολεία, εκκλησίες και τζαμιά, αλλά έχει γενικά φτωχική όψη. Οι κάτοικοί της είναι κράμα από Αλβανούς, Βούλγαρους, Σέρβους, Έλληνες και Εβραίους, και ασχολούνται με τη γεωργία (δημητριακά, καπνός) και την κτηνοτροφία. Πρόκειται για έδρα αρκετών εργοστασίων και βιομηχανιών (υφαντουργίας, προϊόντων τροφίμων, ξυλείας, δέρματος). Από εκεί περνούσε η ρωμαϊκή Εγνατία οδός. Ιστορία. Η Μ., αρχικά βυζαντινή πόλη, καταλήφθηκε από τους Βούλγαρους, από τους οποίους μάλιστα της δόθηκε η ονομασία της, και ξαναδόθηκε σ’ αυτούς το 1014 από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βασίλειο B’. Αργότερα πέρασε στα χέρια των Τούρκων (1382), που της έδωσαν την ονομασία «Μοναστήρι» και, εξαιτίας της στρατηγικής θέσης της, την έκαναν σπουδαίο στρατιωτικό κέντρο. Στη διάρκεια του A’ Βαλκανικού πολέμου (1912 - 1913) κατακτήθηκε από τους Σέρβους (18 Νοεμβρίου 1913) και κατά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο αποτέλεσε βουλγαρική κτήση, μετά από επίθεση του βουλγαρο-γερμανικού στρατεύματος του στρατηγού φον Γκάλβιτς (4 Δεκεμβρίου 1915). Τον επόμενο χρόνο καταλήφθηκε από το εκστρατευτικό σώμα του Γάλλου στρατηγού Ε. Σαρέιγ (19 Νοεμβρίου 1916) και στη συνέχεια ήταν για μεγάλο διάστημα το επίκεντρο των κατακτητικών προσπαθειών των Βουλγάρων, ωσότου αυτοί νικήθηκαν και παραιτήθηκαν από τις βλέψεις τους.
Dictionary of Greek. 2013.